top of page
Search
  • Writer's pictureDafni Papadoudi

Αμάλια … ή το πρώτο βιβλίο μάρκετινγκ για παιδιά


Η Αμάλια είναι ένα από τα πιο απολαυστικά και διασκεδαστικά βιβλία που είχα την τύχη να διαβάσω ως μητέρα μαζί με τον τετράχρονο γιο μου. Από την πρώτη στιγμή που το ανοίξαμε, δεν σταματήσαμε να γελάμε και να πειραματιζόμαστε με διαφορετικές φωνές και τρόπους έκφρασης. Και κάθε φορά που φτάναμε στο τέλος, αρχίζαμε από την αρχή ξανά… Ωστόσο, με κάθε νέα ανάγνωση είχε αρχίσει να μου δημιουργείται η εντύπωση ότι η Αμάλια ήταν κάτι παραπάνω από αυτό που έβλεπα, δηλαδή την προσπάθεια και το θάρρος ενός κοριτσιού να βρει τη φωνή του, αλλά ένα βιβλίο που επίσης περιέχει θεμελιώδεις αρχές του μάρκετινγκ.


Πιο συγκεκριμένα, στο βιβλίο παρουσιάζεται το επιχειρηματικό εργαλείο, γνωστό ως «μείγμα μάρκετινγκ», που εστιάζει σε τέσσερα επίπεδα: το προϊόν, τον τόπο, την προώθηση και την τιμή. Το μείγμα μάρκετινγκ είναι αυτό που καθορίζει τη στρατηγική μάρκετινγκ που θα εφαρμόσει μια επιχείρηση και πιο σημαντικό, τοποθετεί το προϊόν στην αντίληψη των πελατών και αναδεικνύει το συγκριτικό πλεονέκτημά του σε σχέση με τον ανταγωνισμό.

Πώς καταφέρνει να τα κάνει όλα αυτά η Αμάλια; Ας ακολουθήσουμε τα βήματά της.

Ανοίγοντας το βιβλίο, βλέπουμε μια λεμονιά και στην επόμενη σελίδα, ένα λεμόνι στα χέρια της Αμάλιας. Η Αμάλια εντόπισε το προϊόν που θέλει να πουλήσει και βρήκε τρόπο για να το αποκτήσει.


Στη συνέχεια, η πρωταγωνίστρια εντοπίζει τον τόπο, τη λαϊκή αγορά. Τι πιο λογικό από τη λαϊκή αγορά, όπου όλοι οι παραγωγοί πηγαίνουν για να πουλήσουν οι ίδιοι τα προϊόντα τους απευθείας στους καταναλωτές; Αλλά δεν επιλέγει ένα οποιοδήποτε σημείο πώλησης. Προχωράει και κοιτάζει πού θα μπορούσε η ίδια να χωρέσει (κυριολεκτικά) για να βρει το δικό της τμήμα στην αγορά. Εντοπίζει ένα άνοιγμα τόσο όσο αρκεί για να χωρέσει ένα καφάσι και να τοποθετήσει το λεμόνι της και άλλο ένα για να ανέβει η ίδια πάνω για να το πουλήσει.


Το επόμενο βήμα είναι η προώθηση και η τακτική που εφαρμόζει. Και εδώ είναι το game-changer που τη διαφοροποιεί από τους γύρω της, που κάνει τους καταναλωτές να σταθούν και να την προσέξουν, να της δώσουν την προσοχή και τον χρόνο τους. Η Αμάλια επιλέγει μια πολύ ενδιαφέρουσα τακτική, που τα τελευταία χρόνια εφαρμόζεται όλο και πιο μεθοδικά από επιχειρήσεις, την τέχνη της αφήγησης (storytelling). Η τέχνη της αφήγησης ενισχύει την επωνυμία και βοηθάει μια επιχείρηση να συνδεθεί με το κοινό της, προωθώντας τις αξίες που πρεσβεύει και με τις οποίες το κοινό ταυτίζεται. Έτσι, βλέπουμε την Αμάλια να τραγουδάει ή να απαγγέλλει με γλυκιά, μελωδική φωνή τα συναισθήματα που της προκαλεί το λεμόνι, τις εμπειρίες που της θυμίζει, αναδεικνύοντας την ιδιαίτερη μυρωδιά και γεύση του −πράγματα που το κοινό μπορεί να νιώσει, να ταυτιστεί και να συνδεθεί με το κορίτσι και το προϊόν του.


Κι όλα αυτά τα προσφέρει σε μια όμορφη συσκευασία, τη φωνή της, που μαγεύει όποιον την ακούει. Άλλωστε, γνωρίζουμε τη σαφή αναφορά στην Amalia Rodriguez, τη διάσημη Πορτογαλίδα ερμηνεύτρια των fados και ηθοποιό.


Τέλος, έχουμε την τιμή. Μετά από αυτή την υπέροχη, γενναιόδωρη και ξεχωριστή παρουσίαση, εντοπίζουμε έναν πελάτη, ο οποίος ανταποκρίνεται στην αξία του προϊόντος απλώνοντας το χέρι για να δώσει στην Αμάλια το νόμισμά του.


Η ιστορία, όμως, δεν τελειώνει εδώ. Οι καλές πρακτικές της Αμάλιας που αμέσως τη διαφοροποίησαν από τον ανταγωνισμό και της χάρισαν μια ισχυρή παρουσία στην τοπική αγορά έγιναν μεταδοτικές. Οι άλλοι παραγωγοί τις παρατήρησαν, εντυπωσιάστηκαν και έσπευσαν να τις υιοθετήσουν, διαλαλώντας τις αρετές, τα συναισθήματα και τις εμπειρίες από τα δικά τους προϊόντα. Έτσι, άλλαξε το σκηνικό της αγοράς, καθώς άλλαξαν οι συμπεριφορές των παραγωγών: άρχισαν να απαγγέλλουν, να τραγουδούν, να λικνίζονται, να παίζουν μουσική, να μιλούν πιο γλυκά, πιο χρωματιστά, να χαμογελούν, να προσφέρουν με αγάπη και δημιουργικότητα τα προϊόντα τους.


Κι έτσι καταλαβαίνουμε έμπρακτα τα λόγια του Martin Luther King σχετικά με τη δύναμη των λίγων δημιουργικών, αφοσιωμένων ανθρώπων που καταφέρνουν να κάνουν τον κόσμο μας καλύτερο, ή την προσέγγιση του Steve Jobs στην καμπάνια «Σκέψου διαφορετικά».


Στο σημείο αυτό, το βιβλίο τελειώνει. Η Αμάλια πετυχαίνει τον στόχο της, να αγοράσει εκείνο το λαχταριστό αχλάδι που είχε βάλει στο μάτι στις πρώτες σελίδες, και η λαϊκή αγορά ίσως ποτέ ξανά δεν θα είναι ίδια στη συγκεκριμένη γειτονιά.


Διαβάζοντας, όμως, αυτό το βιβλίο ξανά αυτή την περίοδο που είμαστε όλοι μέσα στο σπίτι λόγω του κορωνοϊού, μου γεννιούνται δύο επιπλέον σκέψεις που θα ήθελα να μοιραστώ. Πρώτον, πόσο σημαντικά είναι τα παιδικά βιβλία όχι μόνο για τους μικρούς αλλά και για τους μεγάλους, γιατί, όπως μας το έχει πει και η Βρετανή συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας Katherine Rundell, «μας βοηθούν να ξαναθυμηθούμε πράγματα που είχαμε ξεχάσει, […] ακόμα και τον τρόπο που διαβάζαμε όταν ήμασταν παιδιά, με ανοιχτή την καρδιά». Επίσης, μας δείχνουν με άμεσο τρόπο απλά, βασικά μαθήματα για το πώς λειτουργεί ο κόσμος μας και πώς μπορεί να γίνει καλύτερος. Οπότε, όταν διαβάζουμε βιβλία στα παιδιά μας, ας έχουμε στο μυαλό μας και εμάς ως αποδέκτες.


Δεύτερον, ότι πραγματικά χρειάζεται θέληση, τόλμη και θάρρος για να βγει κανείς μπροστά και να εκτεθεί σε ένα κοινό και να επιδιώξει όσα θέλει να πετύχει. Αλλά επίσης χρειάζεται δημιουργικότητα, γενναιοδωρία και αγάπη για να τον ακούσει το κοινό. Με αφορμή αυτό, η σκέψη μου γυρίζει στην προσπάθεια όλου αυτού του κόσμου −από επαγγελματίες, εταιρείες, μέχρι μεμονωμένα άτομα− να αποκτήσει τη δική του φωνή ψηφιακά και να βελτιώσει την πραγματικότητα που ζούμε. Και πραγματικά, ορισμένες προσπάθειες είναι τόσο ευφάνταστες, αξιέπαινες και ξεχωριστές που φαίνεται ότι δεν βελτιώνουν τις ζωές μας μόνο προσωρινά, αλλά ότι θα έχουν βαθύτερο αντίκτυπο ακόμη κι όταν όλη αυτή η κατάσταση θα έχει τελειώσει. Τους συγχαίρω και τους ευχαριστώ.



 

Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στον oanagnostis.gr

8 views0 comments
bottom of page